Ανώτατη Εκπαίδευση – Ταχύρρυθμη απορρύθμιση άνευ διδασκάλου

Άρθρο μου, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΠΤΑ»

Η αλλαγή του τρόπου λειτουργίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ήταν μια από τις πρωτοβουλίες που διαφήμισε πολύ η Νέα Δημοκρατία, τόσο πριν όσο και μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας το καλοκαίρι του 2019. Η Υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, ευαγγελιζόταν μια εκ βάθρων ανάταξη του πανεπιστημιακού χώρου, με αναμόρφωση του χάρτη των ανά τη χώρα διεσπαρμένων τμημάτων (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που… πρόλαβε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ιδρύσει στην 4ετία 2015-2019), δίνοντας παράλληλα έμφαση στο δόγμα «Νόμος και Τάξη» με την εισαγωγή των Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (Ο.Π.Π.Ι.).

Δύο είναι τα φλέγοντα ζητήματα που αφορούν την ανώτατη εκπαίδευση: αυτό των εισακτέων, δηλαδή της προσφοράς και ζήτησης θέσεων στο πανεπιστημιακά τμήματα και αυτό της ασφάλειας στους χώρους του πανεπιστημίου.

Ξεκάθαρα υπάρχει ανάγκη για συμμάζεμα του πανεπιστημιακού χάρτη, αφού η ύπαρξη πολλών ομοειδών-συγγενικών τμημάτων, με διαφορετικά προγράμματα σπουδών, απαιτήσεις και υπόβαθρο σπουδαστών, δημιουργεί αποφοίτους πολλών ταχυτήτων. Παράλληλα, η υπερπροσφορά σε ορισμένους τομείς δεν ανταποκρίνεται στη ζήτηση που υπάρχει στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα νέοι άνθρωποι που ξεκινούν ένα ταξίδι στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης να καταλήγουν με ένα άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος χαρτί. Η θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής μάλλον δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έλυσε. Προφανώς είναι απαράδεκτο να εισάγονται στα Α.Ε.Ι. φοιτητές με 6 και 7 χιλιάδες μόρια (η βιαστική «μεταμόρφωση» των Τ.Ε.Ι. σε Α.Ε.Ι. έφερε κι αυτή με τη σειρά της άλλα δεδομένα), όμως είναι η μόνη λύση αυτή της καθιέρωσης συντελεστών, οι οποίοι καθορίζονται από το κάθε τμήμα ξεχωριστά; Έτσι φτάσαμε φέτος, το Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου (Κέρκυρα) να έχει 15 εισακτέους, αντίστοιχα χαμηλά νούμερα για το Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης (Ρέθυμνο)  και το Τμήμα Ιστορίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (Κομοτηνή). Σίγουρα, το ζήτημα δεν είναι να υπάρχουν περισσότερες θέσεις από τον αριθμό των υποψηφίων, όμως ανακύπτει το πρόβλημα της κατανομής αυτών των θέσεων. Οι θέσεις που δεν καλύπτονται θα μπορούσαν να αναπροσαρμόζονται, να μεταφερθούν σε άλλα τμήματα, στα οποία η ζήτηση είναι ενδεχομένως μεγαλύτερη, εφόσον αυτό είναι εφικτό και εφόσον μπορεί να υποστηριχθεί από τις υποδομές και τα μέλη ΔΕΠ τους.

Συνεπώς, η κατανομή των θέσεων στα πανεπιστήμια θα πρέπει να εξυπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες και δυνατότητες της χώρας, με γνώμονα προφανώς την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη δημιουργία άκρως εξειδικευμένων επιστημόνων-επαγγελματιών σε κρίσιμους τομείς, ενίσχυση της εκπαίδευσης στο νευραλγικό τομέα του τουρισμού, όπως και της γεωργίας.

Ο άλλος πυλώνας της κυβερνητικής πολιτικής στον χώρο της Ανώτατης Παιδείας ήταν αυτός της «ασφάλειας». Μ’  αυτήν τη λογική εισήχθη ο θεσμός του σώματος των Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων. Μαζί με την εγκατάσταση καμερών και συστημάτων ελεγχόμενης εισόδου (τουρνικέ) είναι το τρίπτυχο το οποίο, σύμφωνα με την κυβέρνηση, θα αυξήσει το αίσθημα ασφάλειας στα ελληνικά Α.Ε.Ι.

Η κυβέρνηση δημιούργησε μια εικόνα εκτεταμένης ανομίας η οποία όμως δεν ανταποκρίνεται απολύτως στην πραγματικότητα. Οι παραβατικές συμπεριφορές που συναντούμε εντός των Α.Ε.Ι. ανήκουν σε δύο κατηγορίες: α) του κοινού ποινικού δικαίου, για την αντιμετώπιση των οποίων είναι υπεύθυνη η ΕΛ.ΑΣ. και β) συμπεριφορές από φοιτητές και μη, έναντι άλλων μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας (διακοπές Γενικών Συνελεύσεων, τραμπουκισμοί έναντι καθηγητών/προσωπικού, καταλήψεις χώρων κ.ά.). Ουσιαστικά το (β) είναι αυτό το οποίο θέλει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση με την εισαγωγή των Ο.Π.Π.Ι. Μπορεί όμως ένα ειδικό σώμα να λύσει το πρόβλημα; Κατά τη γνώμη μου, όχι. Ακόμη κι αν όλα τα κύρια κτίρια των Α.Ε.Ι. αποκτήσουν υπερσύγχρονα συστήματα ασφαλείας, το πρόβλημα βρίσκεται κυρίως εντός κι όχι εκτός τους.

Ο σεβασμός στη διαφορετική πολιτική ιδεολογία, ο ευπρεπής πολιτικός διάλογος (γιατί τα πανεπιστήμια δεν είναι θερμοκήπια αποκομμένα από την κοινωνία) θα έπρεπε να είναι sine qua non προϋποθέσεις για την ομαλή συνύπαρξη τόσων διαφορετικών ανθρώπων. Οι όποιες παραφωνίες και παραβατικές συμπεριφορές θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με ειδικά πειθαρχικά συμβούλια βάσει εσωτερικού κανονισμού, όπως γίνεται σε όλα τα σοβαρά πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού, στα οποία υποτίθεται πως θέλουμε να μοιάσουν τα δικά μας. Η πρόσληψη, επομένως, νέων ειδικών φρουρών  για τα Α.Ε.Ι., δεν είναι λύση. Είναι, θα έλεγα, η αποδοχή της αδυναμίας αλλαγής κουλτούρας μέσα στα πανεπιστήμια. Όμως, για να είμαι δίκαιος, όπως και στον χορό, χρειάζονται δύο για το τανγκό. Από τη μία η κυβέρνηση, την οποία και συμφέρει η ύπαρξη έντασης, από την άλλη μεριά όμως βρίσκονται οι δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (οι οποίες όμως πατάνε και σε κόμματα εντός κοινοβουλίου, ή τουλάχιστον βρίσκονται σε πλήρη σύμπνοια με αυτά) για να διαιωνίζουν την κατάσταση αυτή, πρόθυμες να δικαιολογήσουν κάθε εξτρεμιστική ενέργεια, όπως π.χ. τις καταλήψεις δημόσιου χώρου, σωπαίνοντας εκκωφαντικά σε κάθε επίθεση εναντίον μελών ΔΕΠ (και γενικά οποιουδήποτε προσώπου) έχει διαφορετική ιδεολογία.

Εν κατακλείδι, η ανάγκη ουσιαστικής αναμόρφωσης της δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι επιβεβλημένη: με  αύξηση των κονδυλίων για νέα μέλη ΔΕΠ, για λοιπό προσωπικό (γραμματειακό, βιβλιοθηκονόμοι, εργαστηριακό κ.ά.), με περισσότερα χρήματα για στήριξη των ασθενέστερων φοιτητών μέσω υποτροφιών (ΕΛΚΕ, ΕΛΙΔΕΚ, ΙΚΥ), με αύξηση των υποδομών στέγασης (φοιτητικές εστίες) όχι μόνο στα «κεντρικά» αλλά και στα «περιφερειακά» Α.Ε.Ι., με ενίσχυση της εξωστρέφειας των Α.Ε.Ι. και σύνδεσής τους με την κοινωνία και την πραγματική οικονομία. Με τη δημιουργία, τέλος, των συνθηκών που θα επιτρέπουν σε αξιόλογους νέους Έλληνες ερευνητές, οι οποίοι αναγκάστηκαν ή επέλεξαν να φύγουν στο εξωτερικό τα προηγούμενα χρόνια, να επιστρέψουν στη χώρα, δίχως αυτό όμως να αποτελεί πανάκεια ή τροχοπέδη για την αξιοποίηση και του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού των Α.Ε.Ι. Η αναμόρφωση, επομένως, δεν θα πρέπει να περιορίζεται στον έλεγχο των πρυτανικών αρχών, μέσω των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, αλλά θα πρέπει να αγγίζει βαθύτερα προβλήματα, όπως αυτό της υποχρηματοδότησης. Αυτή, ναι, θα ήταν μια ουσιαστική προσπάθεια για την ανάταξη των ελληνικών Α.Ε.Ι., κι όχι μια προσχηματική «μεταρρύθμιση» η οποία πετάει εκτός συστήματος χιλιάδες νέους ανθρώπους προς όφελος των διαφόρων ιδιωτικών ιδρυμάτων.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *